Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Danube Mermaid Η γοργόνα του Δούναβη

Τα πολύ παλιά χρόνια, όταν η Βιέννη ήταν μια μικρή πόλη και ο Δούναβης έρεε ανεξέλεγκτα, στις όχθες του υπήρχαν πολλές μικρές καλύβες, όπου κατοικούσαν ψαράδες. Σε μια τέτοια μικρή καλύβα στις όχθες του Δούναβη, κοντά στην Βιέννη, που τότε, όπως είπαμε ήταν μια μικρή πόλη, κατοικούσε ένα ψαράς, που τον έλεγαν Jacob με τον γιο του Simon


Η ζωή του ψαρά ήταν δύσκολη και άλλες φορές λιγότερο δύσκολη. Τις καλές μέρες ο  Δούναβης ήταν ήσυχος και φιλικός και τα ψάρια πιάνοντας εύκολα, τις άλλες όμως, τις περισσότερες, ο δυνατός άνεμος τους έκοβε την ανάσα και ο Δούναβης ήταν τόσο αγριεμένος που δεν άφηνε τίποτε να πλέει πάνω του. Ο Jacob ήταν μόλις 40 ετών, αλλά τα μαλλιά του ήδη είχαν γκριζάρει πολύ και οι ρυτίδες γύρω από τα μάτια του ήταν βαθιές. Ο Simon είχε κληρονομήσει τις πυκνές μαύρες μπούκλες από την μητέρα του, η οποία είχε πεθάνει λίγα χρόνια μετά από την γέννησή του.  Είχε πνιγεί, μια μέρα, στον Δούναβη, όταν πήγε να ελέγξει τα καλάθια που είχαν αφήσει απλωμένα για να πιάσουν καβούρια. Από τότε ο Jacob μεγάλωνε μόνος του τον γιό του και όταν ο μικρός ρωτούσε για την μητέρα του, αυτός του έλεγε ότι εκείνη βρισκόταν στο Υποθαλάσσιο Βασίλειο μαζί με τον Άρχοντα του Δούναβη. Ο μικρός ρωτούσε αν  ήταν μόνη εκεί και ο Jacob του έλεγε ότι όχι, δεν ήταν μόνη, ήταν εκεί και οι κόρες του Άρχοντα του Δούναβη, οι οποίες ήταν πολύ ωραίες κοπέλες, με υπέροχα μαλλιά, πλεγμένα με κοράλλια και είχαν γυαλιστερά πτερύγια. Πότε - πότε  αυτές βγαίνουν στις όχθες, αλλά μόνο όταν ο Άρχοντας του Δούναβη κοιμάται, γιατί δεν τις αφήνει να βγαίνουν έξω. Ο ίδιος ο Άρχοντας, όμως, πολλές φορές τριγυρνάει στις όχθες του ποταμού, τον έχουν δει αρκετές φορές οι ψαράδες, ντυμένο με ρούχα ευγενή και τα μάτια του είναι τόσο πράσινα όσο ο Δούναβης τις μέρες με ηλιοφάνεια. Αλλά είναι πολύ επικίνδυνο να του μιλήσει κανείς, διότι είναι πιθανόν να θυμώσει και να αρπάξει το θύμα και να το παρασύρει στο βυθό, στο βασίλειό του. Ο μικρός Simon φοβήθηκε αρκετά και απέφευγε να πλησιάζει πολύ κοντά στο νερό, όταν ήταν μόνος του.


Κάποια βραδιά του Μάρτη, πατέρας και γιος ήταν καθισμένοι μπροστά στο τζάκι και επισκεύαζαν τα δίχτυα, ο καιρός ήταν ακόμα ψυχρός και ο πάγος δεν είχε σπάσει τελείως στις όχθες του ποταμού, όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα. Ο Simon πήγε να ανοίξει και στο χαμηλό φως των κεριών είδε μια κοπέλα. Δεν πρόσεξε το παράξενο υλικό από το οποίο ήταν φτιαγμένα τα ρούχα της, ούτε τις γυαλιστερές κηλίδες στα μαλλιά της. Απλά κοίταζε το πρόσωπό της. Παραμέρισε να περάσει η κοπέλα, εκείνη πλησίασε κοντά στην φωτιά, τους κοίταξε και είπε: «Βρισκόσαστε σε μεγάλο κίνδυνο. Σε τρεις μέρες από τώρα όλα θα βρίσκονται κάτω από το νερό, η καλύβα σας, οι καλύβες των άλλων ανθρώπων, όλα όσα βρίσκονται δίπλα στο ποτάμι. Πείτε τους να φύγουν και φύγετε και εσείς, αλλιώς όλα θα χαθούν. Να θυμάστε την προειδοποίησή μου, γιατί θέλω να ζήσετε». Πράγματι πατέρας και γιός μάζεψαν τα υπάρχοντά τους και φεύγοντας προειδοποίησαν και τους άλλους κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι τους πίστεψαν και ακολούθησαν την συμβουλή τους. Τρεις μέρες αργότερα ο Δούναβης υπερχείλισε και κατέκλυσε τις όχθες παρασύροντας δέντρα, βράχια και  καλύβες. Οι κάτοικοι σώθηκαν από την προειδοποίηση της κοπέλας του νερού, της γοργόνας του Δούναβη, όπως την αποκαλούν, το άγαλμα της οποίας βρίσκεται στο Μουσείο της Βιέννης, στην Karlsplatz.




Many years ago, when Vienna was a small town and the Danube flowed unregulated,  on the river side there were many small huts inhabited by fishermen. In such a small hut on the banks of the Danube near Vienna, lived a fisherman, named Jacob with his son Simon. The life of a fisherman was difficult and sometimes less difficult, when Danube was quiet and friendly and it could be easier for fish to be caucht. But most of the time  the strong wind was breathtaking and the Danube was so angry that left nothing to sail.
 Jacob was just 40 years old, but his hair had already turned gray and the wrinkles around his eyes were deep. Simon had inherited the thick black curls from her mother, who had died a few years after his birth. She had drowned  on the Danube, one day when she went to check the baskets which they had left spread out to catch crabs. Since then Jacob grew up  his son alone and every time that the little boy was asking about his mother, Jacob  told him that she was in the Undersea Kingdom with the Danube Lord. The little boy was asking if  she was alone  there and Jacob told him that no, she  was not alone. There were also the daughters of the Danube Lord, which they were very nice girls, they had beautiful hair, plaited with coral and they also had shiny fins. Sometimes they came out of the water, but only when the Danube Lord was sleeping, because he didn’t  allow them to go out. But him himself, often floating around on the river, he had been seen several times by the fishermen, dressed in noble clothes and his eyes were as green as the Danube the days with sunshine. However it  is very dangerous for someone to speak to him,  because the Lord can easily got angry and grab the victim and drag him to his underwater kingdom. Little Simon was scared enough and avoided approaching too close to the water, when he was alone.


One night of March, father and son were sitting in front of the fireplace repairing the nets, the weather was still cold and the ice was not completely cracked on the river, when someone knocked on the door. Simon went to open and in the fade candlelight saw a girl. He didn’t notice the strange material that her clothes were made of, or the glossy spots on her  hair, he was just looking at her face. He stepped aside and let the girl to come in. She approached near the fire, looked them and said: "You are in great danger. In three days from now everything will be under water, your hut, the huts of the other fishermen, everything  that is by the riverbanks. Tell them to go away and you leave too, otherwise all will be lost. Remember my warning, because I want you to live " Indeed father and son packed up their belongings and as they were leaving  warned the other fishermen to do the same. They believed them and followed their advice. Three days later Danube overflowed and covered  trees, rocks and huts. People were saved  because of the warning of the water girl, the Danube mermaid, as they call her, which her statue is located in Vienna's Museum on Karlsplatz.


2 σχόλια:

  1. Πολύ γλαφυρό και τρυφερό το διήγημά σου Στέλλα ! Μπράβο !!!
    Δημήτρης Θ. Παλαιολόγος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ευχαριστώ. Είναι βασισμένο σε μια δοξασία των κατοίκων της Βιέννης.

      Διαγραφή