Τα πολύ παλιά
χρόνια, όταν η Βιέννη ήταν μια μικρή πόλη και ο Δούναβης έρεε ανεξέλεγκτα, στις
όχθες του υπήρχαν πολλές μικρές καλύβες, όπου κατοικούσαν ψαράδες. Σε μια
τέτοια μικρή καλύβα στις όχθες του Δούναβη, κοντά στην Βιέννη, που τότε, όπως
είπαμε ήταν μια μικρή πόλη, κατοικούσε ένα ψαράς, που τον έλεγαν Jacob με τον γιο του Simon.
Η ζωή του ψαρά ήταν δύσκολη και
άλλες φορές λιγότερο δύσκολη. Τις καλές μέρες ο
Δούναβης ήταν ήσυχος και φιλικός και τα ψάρια πιάνοντας εύκολα, τις
άλλες όμως, τις περισσότερες, ο δυνατός άνεμος τους έκοβε την ανάσα και ο
Δούναβης ήταν τόσο αγριεμένος που δεν άφηνε τίποτε να πλέει πάνω του. Ο Jacob ήταν μόλις 40 ετών, αλλά τα μαλλιά
του ήδη είχαν γκριζάρει πολύ και οι ρυτίδες γύρω από τα μάτια του ήταν βαθιές.
Ο Simon είχε κληρονομήσει τις πυκνές μαύρες
μπούκλες από την μητέρα του, η οποία είχε πεθάνει λίγα χρόνια μετά από την
γέννησή του. Είχε πνιγεί, μια μέρα, στον
Δούναβη, όταν πήγε να ελέγξει τα καλάθια που είχαν αφήσει απλωμένα για να
πιάσουν καβούρια. Από τότε ο Jacob
μεγάλωνε μόνος του τον γιό του και όταν ο μικρός ρωτούσε για την μητέρα του,
αυτός του έλεγε ότι εκείνη βρισκόταν στο Υποθαλάσσιο Βασίλειο μαζί με τον
Άρχοντα του Δούναβη. Ο μικρός ρωτούσε αν
ήταν μόνη εκεί και ο Jacob
του έλεγε ότι όχι, δεν ήταν μόνη, ήταν εκεί και οι κόρες του Άρχοντα του
Δούναβη, οι οποίες ήταν πολύ ωραίες κοπέλες, με υπέροχα μαλλιά, πλεγμένα με
κοράλλια και είχαν γυαλιστερά πτερύγια. Πότε - πότε αυτές βγαίνουν στις όχθες, αλλά μόνο
όταν ο Άρχοντας του Δούναβη κοιμάται, γιατί δεν τις αφήνει να βγαίνουν έξω. Ο
ίδιος ο Άρχοντας, όμως, πολλές φορές τριγυρνάει στις όχθες του ποταμού, τον έχουν δει
αρκετές φορές οι ψαράδες, ντυμένο με ρούχα ευγενή και τα μάτια του είναι τόσο
πράσινα όσο ο Δούναβης τις μέρες με ηλιοφάνεια. Αλλά είναι πολύ επικίνδυνο να
του μιλήσει κανείς, διότι είναι πιθανόν να θυμώσει και να αρπάξει το θύμα και να
το παρασύρει στο βυθό, στο βασίλειό του. Ο μικρός Simon φοβήθηκε αρκετά και απέφευγε να
πλησιάζει πολύ κοντά στο νερό, όταν ήταν μόνος του.
Κάποια βραδιά
του Μάρτη, πατέρας και γιος ήταν καθισμένοι μπροστά στο τζάκι και επισκεύαζαν
τα δίχτυα, ο καιρός ήταν ακόμα ψυχρός και ο πάγος δεν είχε σπάσει τελείως στις
όχθες του ποταμού, όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα. Ο Simon πήγε να ανοίξει και στο χαμηλό φως
των κεριών είδε μια κοπέλα. Δεν πρόσεξε το παράξενο υλικό από το οποίο ήταν
φτιαγμένα τα ρούχα της, ούτε τις γυαλιστερές κηλίδες στα μαλλιά της. Απλά
κοίταζε το πρόσωπό της. Παραμέρισε να περάσει η κοπέλα, εκείνη πλησίασε κοντά
στην φωτιά, τους κοίταξε και είπε: «Βρισκόσαστε σε μεγάλο κίνδυνο. Σε τρεις
μέρες από τώρα όλα θα βρίσκονται κάτω από το νερό, η καλύβα σας, οι καλύβες των
άλλων ανθρώπων, όλα όσα βρίσκονται δίπλα στο ποτάμι. Πείτε τους να φύγουν και
φύγετε και εσείς, αλλιώς όλα θα χαθούν. Να θυμάστε την προειδοποίησή μου, γιατί
θέλω να ζήσετε». Πράγματι πατέρας και γιός μάζεψαν τα υπάρχοντά τους και
φεύγοντας προειδοποίησαν και τους άλλους κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι τους
πίστεψαν και ακολούθησαν την συμβουλή τους. Τρεις μέρες αργότερα ο Δούναβης
υπερχείλισε και κατέκλυσε τις όχθες παρασύροντας δέντρα, βράχια και καλύβες. Οι κάτοικοι σώθηκαν από την
προειδοποίηση της κοπέλας του νερού, της γοργόνας του Δούναβη, όπως την
αποκαλούν, το άγαλμα της οποίας βρίσκεται στο Μουσείο της Βιέννης, στην Karlsplatz.
Many years ago, when Vienna was a small town and the
Danube flowed unregulated, on the river side
there were many small huts inhabited by fishermen. In such a small hut on the
banks of the Danube near Vienna, lived a fisherman, named Jacob with his son
Simon. The life of a fisherman was difficult and sometimes less difficult, when
Danube was quiet and friendly and it could be easier for fish to be caucht.
But most of the time the strong wind was
breathtaking and the Danube was so angry that left nothing to sail.
Jacob was just
40 years old, but his hair had already turned gray and the wrinkles around his
eyes were deep. Simon had inherited the thick black curls from her mother, who
had died a few years after his birth. She had drowned on the Danube, one day when she went to check
the baskets which they had left spread out to catch crabs. Since then Jacob grew
up his son alone and every time that the
little boy was asking about his mother, Jacob told him that she was in the Undersea Kingdom
with the Danube Lord. The little boy was asking if she was alone there and Jacob told him that no, she was not alone. There were also the daughters
of the Danube Lord, which they were very nice girls, they had beautiful hair, plaited
with coral and they also had shiny fins. Sometimes they came out of the water, but only when
the Danube Lord was sleeping, because he didn’t allow them to go out. But him himself, often
floating around on the river, he had been seen several times by the fishermen,
dressed in noble clothes and his eyes were as green as the Danube the days with
sunshine. However it is very dangerous
for someone to speak to him, because the Lord can easily got angry and grab the victim and drag him to his underwater
kingdom. Little Simon was scared enough and avoided approaching too close to
the water, when he was alone.
One night of March, father and son were sitting in
front of the fireplace repairing the nets, the weather was still cold and
the ice was not completely cracked on the river, when someone knocked on the
door. Simon went to open and in the fade candlelight saw a girl. He didn’t notice
the strange material that her clothes were made of, or the glossy spots on her hair, he was just looking at her face. He
stepped aside and let the girl to come in. She approached near the fire, looked
them and said: "You are in great danger. In three days from now everything
will be under water, your hut, the huts of the other fishermen, everything that is by the riverbanks. Tell them to go
away and you leave too, otherwise all will be lost. Remember my warning,
because I want you to live " Indeed father and son packed up their
belongings and as they were leaving warned the other fishermen to do the same.
They believed them and followed their advice. Three days later Danube overflowed
and covered trees, rocks and huts. People
were saved because of the warning of the
water girl, the Danube mermaid, as they call her, which her statue is located
in Vienna's Museum on Karlsplatz.
Πολύ γλαφυρό και τρυφερό το διήγημά σου Στέλλα ! Μπράβο !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημήτρης Θ. Παλαιολόγος
Ευχαριστώ. Είναι βασισμένο σε μια δοξασία των κατοίκων της Βιέννης.
Διαγραφή